Κατάγματα κάτω άκρων

Τα κατάγματα των κάτω άκρων αποτελούν σοβαρούς ορθοπαιδικούς τραυματισμούς που επηρεάζουν σημαντικά την κινητικότητα και τη λειτουργικότητα του ασθενούς. Τα κάτω άκρα συμμετέχουν ενεργά σε σχεδόν όλες τις καθημερινές δραστηριότητες, γεγονός που τα καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτα σε τραυματισμούς και κατάγματα. Πιο συγκεκριμένα, τα κατάγματα των κάτω άκρων περιλαμβάνουν κατάγματα του μηριαίου οστού, της κνήμης, της περόνης, καθώς και του άκρου ποδός.
Ποια είναι τα κατάγματα των κάτω άκρων;
Ανάλογα με το οστό που υφίσταται το κάταγμα, τα κατάγματα των κάτω άκρων διακρίνονται σε:
- Κάταγμα ισχίου: Περιλαμβάνει διατροχαντήρια, υποτροχαντήρια και υποκεφαλικά κατάγματα. Εμφανίζονται κυρίως σε ηλικιωμένα άτομα με οστεοπόρωση, συχνά έπειτα από πτώσεις. Σε νεότερους ασθενείς, προκαλείται συνήθως από τραυματισμούς υψηλής ενέργειας, όπως τροχαία ατυχήματα.
- Κάταγμα μηριαίου οστού: Προκύπτει κυρίως από τροχαία ατυχήματα ή πτώσεις από μεγάλο ύψος.
- Κάταγμα γόνατος: Αφορά ενδαρθρικές κακώσεις στο κάτω τμήμα του μηριαίου ή στο άνω τμήμα της κνήμης. Συνήθως τα κατάγματα γόνατος απαιτούν χειρουργική αντιμετώπιση για την αποκατάσταση της σταθερότητας της άρθρωσης.
- Κάταγμα επιγονατίδας: Προκαλείται από άμεσο χτύπημα στο γόνατο ή πτώση πάνω σε αυτό, επηρεάζοντας σημαντικά την κινητικότητα του σκέλους.
- Κάταγμα κνήμης και περόνης: Οι τραυματισμοί αυτοί εμφανίζονται συχνά κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων.
- Κάταγμα ποδοκνημικής άρθρωσης (αστραγάλου): Συνήθως προκύπτει από απότομες στροφικές κινήσεις, κάποιο παραπάτημα ή πτώσεις(συνήθως από μεγάλο ύψος).
- Κάταγμα πτέρνας και άκρου ποδός: Αποτελεί συχνά αποτέλεσμα πτώσης από ύψος ή άμεσου τραυματισμού του ποδιού. Επιπλέον, μπορεί να προκληθεί από την πτώση βαρέων αντικειμένων στο πόδι ή από ξαφνική στροφική κίνηση του άκρου.

Κατάγματα κάτω άκρων & Συμπτώματα
Τα κατάγματα των κάτω άκρων εμφανίζουν διάφορα συμπτώματα, τα οποία εξαρτώνται από τη σοβαρότητα και τη θέση του τραυματισμού. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σημάδια είναι ο έντονος πόνος, ο οποίος μπορεί να είναι οξύς ή επίμονος και επιδεινώνεται με την κίνηση ή τη φόρτιση του σκέλους.
Οίδημα και εκχύμωση είναι επίσης συχνά συμπτώματα. Οι εκχυμώσεις (μώλωπες) μπορεί να αναπτυχθούν λίγες ώρες μετά τον τραυματισμό, κάνοντας την περιοχή πιο ευαίσθητη στην αφή.
Ένα ακόμα σημαντικό σύμπτωμα είναι η παραμόρφωση του σκέλους, η οποία εμφανίζεται κυρίως σε παρεκτοπισμένα κατάγματα. Τέλος, Η δυσκολία ή αδυναμία κίνησης είναι συχνή σε περιπτώσεις καταγμάτων. Σε σοβαρότερα περιστατικά, παρατηρείται αδυναμία φόρτισης του σκέλους, με αποτέλεσμα η βάδιση να είναι είτε εξαιρετικά επώδυνη είτε αδύνατη.
Tέλος, στα ανοικτά κατάγματα, παρατηρείται ρήξη του δέρματος, η οποία συνοδεύεται συχνά από αιμορραγία. Αυτού του είδους τα κατάγματα απαιτούν άμεση ιατρική παρέμβαση, καθώς αυξάνεται σημαντικά ο κίνδυνος μόλυνσης και επιπλοκών.
Συντηρητική θεραπεία
Οι μη χειρουργικές θεραπείες επιλέγονται κυρίως σε περιπτώσεις μη παρεκτοπισμένων καταγμάτων. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος συντηρητικής αντιμετώπισης είναι η ακινητοποίηση με γύψο ή νάρθηκα. Αυτή η προσέγγιση εφαρμόζεται κυρίως σε σταθερά κατάγματα. Ο χρόνος ακινητοποίησης εξαρτάται από τη σοβαρότητα του κατάγματος, την ηλικία του ασθενούς και τη γενική κατάσταση των οστών.
Ωστόσο, η παρατεταμένη ακινητοποίηση μπορεί να οδηγήσει σε μυϊκή ατροφία και δυσκαμψία της άρθρωσης, καθιστώντας αναγκαία τη φυσικοθεραπεία μετά την αφαίρεση του γύψου. Η φυσικοθεραπευτική αποκατάσταση στοχεύει στην ενίσχυση των μυών και την αποκατάσταση του πλήρους εύρους κίνησης.
Η έγκαιρη έναρξη της αποκατάστασης παίζει καθοριστικό ρόλο στη μείωση του χρόνου ανάρρωσης και στην αποφυγή επιπλοκών, όπως η δυσκαμψία και η μυϊκή αδυναμία.
Κατάγματα κάτω άκρων και χειρουργική αντιμετώπιση
Σε περιπτώσεις σοβαρών καταγμάτων, η χειρουργική επέμβαση είναι συχνά απαραίτητη για τη σταθεροποίηση των οστών. Μία από τις πιο συχνά χρησιμοποιούμενες τεχνικές είναι η ανοικτή ανάταξη και εσωτερική οστεοσύνθεση. Τα οστά που έχουν υποστεί κάταγμα ανατάσσονται χειρουργικά και σταθεροποιούνται με τη χρήση μεταλλικών πλακών, βιδών ή ράβδων. Αυτή η προσέγγιση εφαρμόζεται κυρίως σε κατάγματα του μηριαίου οστού, της κνήμης και σε πολύπλοκα κατάγματα του αστραγάλου.
Για κατάγματα μακρών οστών επιλέγεται συνήθως η ενδομυελική ήλωση. Στην ενδομυελική ήλωση μια μεταλλική ράβδος τοποθετείται στο εσωτερικό του οστού. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, όπου υπάρχει εκτεταμένη βλάβη στα μαλακά μόρια ή ανοιχτό κάταγμα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η εξωτερική οστεοσύνθεση. Σε αυτή τη μέθοδο εξωτερικοί σταθεροποιητές συγκρατούν το οστό στη σωστή θέση.
Επιπλέον, αν υπάρχει σημαντική απώλεια οστού ή καθυστερημένη επούλωση, ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί οστικό μόσχευμα. Το οστικό μόσχευμα ενισχύει την πώρωση του οστού και επιταχύνει τη διαδικασία αποκατάστασης.
Εάν αντιμετωπίζετε κατάγματα κάτω άκρων, θα πρέπει να απευθυνθείτε σε έναν έμπειρο Ορθοπεδικό. Η εξειδικευμένη ομάδα ορθοπεδικών Orthosymmetry έχει αντιμετωπίσει με επιτυχία πολλά περιστατικά καταγμάτων κάτω άκρων. Επικοινωνήστε μαζί μας και κλείστε το ραντεβού σας.